Προς ΜΑΤατζή... «Σε είδα να σπρώχνεις, να χτυπάς, να κλοτσάς, να σέρνεις, να ρίχνεις δακρυγόνα»…
Γεια σου,
Σου γράφω αυτές τις γραμμές γιατί σε βλέπω, καθημερινά σχεδόν, στις οθόνες. Στο Ιντερνετ, σε βίντεο, σε φωτογραφίες. Σε βλέπω πολλά χρόνια, αλλά τώρα τελευταία όλο και πιο συχνά. Σε βλέπω να...στέκεσαι μπροστά σε κόσμο με την ασπίδα και το κράνος σου και το ρόπαλο στο χέρι. Εσύ μπορεί να το λες και κλομπ.Σε έχω δει στις Σκουριές, στην Κερατέα. Σε ξαναείδα το περασμένο Σάββατο στα Τέμπη. Απέναντί σου είχες εκπαιδευτικούς. Δασκάλους και καθηγητές σαν αυτούς που είχες στο σχολείο ή που έχουν τα παιδιά σου. Σαν αυτούς που σου έμαθαν γράμματα και θα μάθουν και στα παιδιά σου.
Σε είδα να σπρώχνεις, να χτυπάς, να κλοτσάς, να σέρνεις, να ρίχνεις δακρυγόνα. Σε έχω δει να κάνεις τα ίδια σε μαθητές, απολυμένους, σχολικούς φύλακες, καθαρίστριες, συνταξιούχους και αναπήρους. Στον καθένα. Να στέκεσαι μπροστά σε ανθρώπους σαν εσένα, που χάνουν τη δουλειά τους, χωρίς να φταίνε σε τίποτα. Σε ανθρώπους που χάνουν τη σύνταξή τους, τα φάρμακά τους, τα νοσοκομεία τους. Τη ζωή τους. Χωρίς να φταίνε σε τίποτα. Κι εσύ, πάντα τα ίδια. Κλοτσιές, ροπαλιές, δακρυγόνα. Κι είναι άνθρωποι σαν εσένα. Ή ήταν.
Ξεκινούσαν το πρωί για τη δουλειά τους κι επέστρεφαν στο σπίτι τους, στην οικογένειά τους. Οπως έκαναν και οι δικοί σου γονείς. Οπως κάνεις κι εσύ. Με μια διαφορά όμως. Η δουλειά τους δεν είναι να πλακώνουν στο ξύλο τον κόσμο. Νέους και γέρους, άντρες και γυναίκες.
Και πραγματικά απορώ. Θα ήθελα να μάθω, τι σκέφτεσαι εκείνη τη στιγμή; Δεν περνάει καμία σκέψη από το μυαλό σου; Δεν μιλάω για τις διαδηλώσεις που σου πετάνε πέτρες και μολότοφ και μπορεί να τα πάρεις στο κρανίο ή και να φοβηθείς για τη ζωή σου. Μιλώ γι' αυτούς τους απλούς ανθρώπους που διεκδικούν το δικαίωμα στη ζωή. Το δικαίωμα στη δουλειά. Που το είχαν και τους το άρπαξαν χωρίς να φταίνε.
Απορώ και θέλω να σε ρωτήσω. Τι πιστεύεις ότι προστατεύεις εκείνη την ώρα; Ποιον; Τη Δημοκρατία; Την ευνομία και την ευταξία; Σε αυτά τα πρόσωπα που κατεβάζεις το ρόπαλό σου δεν βλέπεις τη μάνα σου ή τον πατέρα σου; Τον αδερφό ή την αδερφή σου; Την γκόμενά σου; Δεν βλέπεις τον ίδιο σου τον εαυτό; Δεν σκέφτεσαι ότι αύριο μπορεί να είσαι στη θέση τους; Δεν σκέφτεσαι ότι όπως όλοι αυτοί, έτσι κι εσύ, είσαι γι' αυτούς που προστατεύεις ένα τίποτα; Αναλώσιμος. Πώς μπορείς απλά να «εκτελείς εντολές»; Το ότι οι Ιταλοί συνάδελφοί σου, πριν από λίγο καιρό, έβγαλαν τα κράνη τους και συντάχθηκαν με τους διαδηλωτές, δεν σου λέει τίποτα; Πώς ξυπνάς το πρωί για να πας σε αυτή τη δουλειά; Και αφού πλακώσεις τον κόσμο στο ξύλο, γυρίζεις σπίτι και λες στη γυναίκα σου, στο παιδί σου, στην γκόμενα ή στους γονείς σου, ότι σήμερα κουράστηκες από την πολλή δουλειά;
Σάκης Αποστολάκης - enet.gr